Γράφει ο Δημήτρης Σεβαστάκης για την Αυγή

Ενα από τα συνθήματα που γέννησαν τις ισχυρότερες αντιδράσεις, που διέγειραν μια ατιθάσευτη πολιτική εμπάθεια ήταν (και εξακολουθεί να είναι) «το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς». Από την πρώτη στιγμή και με κάθε αφορμή (συνήθως ασήμαντη) διακηρυττόταν η εξανέμισή του. Έγραφε κάτι ένας συριζαίος στο FB, κατηγορούνταν ότι τόλμησε να πάρει τραπεζικό δάνειο, ότι πάρκαρε σε πεζόδρομο, ότι πήγε διακοπές, ότι χόρεψε ζεϊμπέκικο – «πάει το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς». Άσε που (η κυβέρνηση των συριζαίων) προσπάθησε να ενεργοποιήσει τη Δικαιοσύνη για ένα διεθνές και καραμπινάτο φαρμακευτικό σκάνδαλο, που βαφτίστηκε, στην Ελλάδα, σκευωρία. Όλες οι επιθέσεις, οι επικρίσεις είχαν ως επίστεψη το τέλος του «ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς». Ο δεξιός μπορεί «ακωλύτως» να θρέφει την κοιλιά (τόσο τη γαστρική όσο και την εγκεφαλική). Πρωτογονισμοί και χοντροκοπιές για να δειχθεί ότι «ναι, είμαστε όλοι ίδιοι, εξίσου βουλιμικοί. Είστε κι εσείς, όχι μόνο εμείς».
Αυτή η μέριμνα διαμοιρασμού της ενοχής στη πραγματικότητα είναι προσπάθεια αποκέντρωσης της διαφθοράς, κυρίως η προσπάθεια εγκατάστασης μιας γενικής παραδοχής: εντάξει έχουμε τον Πάτση, την Καϊλή κ.λπ., αλλά έχετε κι εσείς αυτόν που προσπέρασε μπαίνοντας στο αντίθετο ρεύμα. Τέτοια αναλογία. «Φταίμε κι εμείς, φταίτε κι εσείς, φταίει κι ο Χατζηπετρής» το είχε συμπυκνώσει ο Λουκιανός Κηλαηδόνης. Γιατί όμως να υποχωρήσει, να επισκιαστεί (από την ενοχοποιητική ηθικολογία), η (δεξιά) κριτική είτε στην οικονομική σύλληψη της Αριστεράς, είτε στο σχήμα κοινωνικού κράτους που εισηγείται, είτε στην κουλτούρα δημόσιου χώρου που έχει κ.λπ. και να υπερπροβάλουν την ύπαρξη ή μη του «ηθικού πλεονεκτήματος»;
Πολλά χρόνια λειτούργησε καταπιεστικά για την πολιτική ωραιοπάθεια η ηθική συγκρότηση του αριστερού που επιμένει. Η Χούντα προεξέτεινε την ιδέα του ανυποχώρητου ή του πείσμωνος που δεν υπογράφει ή που αντέχει το ξύλο. Φυσικά, η επιστημονική έρευνα και οι τεκμηριωμένες μαρτυρίες έχουν φέρει στο φως περιπτώσεις αριστερών που υπέφεραν για τις πεποιθήσεις τους, που έφαγαν το ξύλο της αρκούδας, που φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν μόνοι και επίμονοι, αλλά και περιπτώσεις δημοκρατών από άλλους πολιτικούς χώρους, στρατιωτικών στελεχών, με βαθιά δημοκρατική συνείδηση που κυνηγήθηκαν κ.λπ. Φυσικά και έχουν αναδυθεί κατά καιρούς τυχάρπαστοι, τυχοδιώκτες που μεταχειρίστηκαν την Αριστερά ως περιστασιακή σανίδα ανόδου και καριέρας (και μερικοί εξελίχθηκαν όχι σε κριτικούς, αλλά σε κυνηγούς της). Η καλή φήμη στις συμπεριφορές οδήγησε πολλούς επιχειρηματίες στο να προσλαμβάνουν και προστατεύουν αριστερούς «γιατί δεν με κλέβουν». Πάρα πολλά ιδιωτικά δημοκρατικά σχολεία στελεχώνονταν από αριστερούς εκπαιδευτικούς, αφού οι τελευταίοι, αν και ποιοτικοί δάσκαλοι, ήταν κομμένοι από το Δημόσιο λόγω φρονημάτων.
Παλιά όλα αυτά. Σήμερα; Έπειτα από πολλές δεκαετίες ομαλού κοινοβουλευτικού βίου, μετά την αποδοχή της Αριστεράς ως παραμέτρου του πολιτικού συστήματος, αλλά και μετά την απομάγευση που έφερε η δημοκρατική κανονικότητα, μετά την κάμψη της θεοποίησης, την κούραση των «ιερών» εννοιών, πού τοποθετείται το «ηθικό πλεονέκτημα» και γιατί ενοχλεί; Και στο τέλος-τέλος ποιον αφορά; Αφού οι νεότερες γενιές ζουν τον εργασιακό βασανισμό κάθε μέρα όχι μόνο από ένα κανιβαλικό εργασιακό σύστημα, αλλά και από τον άρρωστο ανταγωνισμό, τη μάχη μέχρις εσχάτων, την υπονόμευση του ενός από τον άλλον, ανταγωνισμό ο οποίος διδάσκεται ως κεντρική κοσμοθεωρητική έννοια (η πιο ηλίθια και η πιο καταστροφική από όλες τις συστημικές επιλογές), πού θεμελιώνεται, ανιχνεύεται το «ηθικό πλεονέκτημα»;
Η αποηθικοποίηση (προς μεγάλη απογοήτευση και των φιλελεύθερων κάθε τεχνοτροπίας) της οικονομίας, της παιδείας, του δημόσιου χώρου και λόγου είναι ένα θεμελιακό συστημικό πρόβλημα. Όχι η ανηθικότητα, αλλά η αποηθικοποίηση. Οι απολύτως διαφορετικοί όροι με τους οποίους συγκροτείται το πολιτικό διάβημα. Αυτό ανάγει το «ηθικό πλεονέκτημα» σε κρίσιμο πολιτικό επίδικο και αξιολογικό μέτρο. Και ίσως εξηγεί τη δυσανάλογη πολεμική που διεγείρει.