Γράφει η Τασσώ Γαΐλα

Πετεινός ή κόκορας, ονομάζεται η αρσενική όρνιθα με το ψηλό λειρί, τα μακριά φτερά και την πλούσια ουρά. Πάμε, πρώτα, στις άγριες ζούγκλες της Ινδίας όπου ζουν από την αρχαιότητα έως σήμερα, οι πρόγονοι των σημερινών κατοικίδιων πετεινών και ορνίθων, άγριοι πρόγονοι που ζουν σε αγέλες και ανήκουν στο γένος Gallus Gallus. Και, από αυτά τα άγρια γένη είναι που έγινε πριν 8.000 (!) χρόνια η εξημέρωση μελών τους για να συμμετάσχουν οι πετεινοί στις κοκορομαχίες δημοφιλέστατες τα αρχαία χρόνια εκτός από την Ασία και στην αρχαία Ελλάδα και Ιταλία… Από τα άνωθεν, λοιπόν, άγρια είδη της Ινδίας, και με την πάροδο των αιώνων και τις διασταυρώσεις προέκυψαν οι κοινές οικόσιτες κότες. Μένομε στον κόκορα για τον οποίο η λαϊκή μας παράδοση αναφέρει: «Όπου είναι καλορίζικος γεννάει και ο κόκοράς του…».
Και για του λόγου το αληθές, ακολουθεί σε διασκευή μου το δημοφιλές λαϊκό μας παραμύθι «Ο κόκορας με τα χρυσά αυγά», γραμμένο πριν πολλά-πολλά χρόνια…
Παραδοσιακό Λαϊκό Παραμύθι της Ελλαδας
Ο κόκορας και τα χρυσά φλουριά

Τα παλιά χρόνια σ’ ένα μικρό χωριό της Ηπείρου ζούσανε ένας γέρος στη μία άκρη του χωριού και μια γριά στην άλλη.
– Κουκουρίκουουου…, κάθε πρωί, μόλις έφεγγε ο ήλιος, ακουγότανε η φωνή του κόκορα του γέρου.
– Αχ, καλέ μου κόκορα, μόνη μου παρηγοριά, να ‘κανες και κανένα αυγό να ΄χουμε να τρώμε, τι καλά που θα ‘τανε.
– Κουκουρίκουουου, απαντά ο κόκορας σκαρφαλωμένος στον φράκτη της αυλής του καλυβόσπιτου του γέρου.
– Κο, κο, κο, … στην άλλη άκρη του χωριού κακαρίζει η χοντρούλα κότα της γριάς και κάνει ένα μεγάλο-μεγάλο αυγό.
– Μπράβο κότα μου αγαπημένη. Αχ! Τι μεγάλο αυγό. Θα φάω πάλι σήμερα, λέει η γριά παίρνοντας το αυγό απ’ τη φωλιά της κότας.
Μια μέρα, έρχεται ο γερο-χωριάτης στο καλύβι της γριάς και της λέει:
– Ε, γριά. Δώσε μου ένα αυγό να φάμε εγώ και ο κόκορας μου που πεινάμε.
Που να του δώσει η τσιγκούνα η γριά. Πιάνει τον γέρο το παράπονο και μια άλλη μέρα που πάλι η γριά δεν θα του δώσει αυγό, ο γέρος της λέει:
– Γριά θα ‘ρθει μια μέρα που και συ θα μου ζητήσεις κάτι και τότε εγώ δεν θα σου δώσω.
Γυρίζει ο γέρος μετά στο καλυβάκι του και λέει στον αγαπημένο του κόκορα:
– Όλο λαλείς, κοκορίκου – κοκορίκου… τι να το κάνω κόκορα μου; Αυγά να γέναγες να ‘χουμε να τρώμε. Άλλος στη θέση μου τώρα που ‘χει κρύο, θα σ’ έσφαζε και θα σ’ έκανε σούπα να σε φάει να ζεσταθεί το κοκαλάκι του…
Ο κόκορας τόσο που φοβήθηκε από τα λόγια του γέρου που άπλωσε τα φτερά του και πέταξε μακριά ώσπου έφτασε στο περιβόλι του βασιλιά και πλατς πέφτει μέσα και αρχίζει να τρώει φρούτα και να λαλάει:
– Πού είναι αυτός ο κόκορας που λαλάει τόσο ωραία; Φέρτε τον αμέσως να τον δω, διατάζει ο βασιλιάς τους υπηρέτες του.
Τρέχουν οι υπηρέτες, πιάνουν τον κόκορα και τον πάνε στον βασιλιά που είπε:
– Τι όμορφος κόκορας! Τον θέλω να ζήσει κοντά μου, να τον ακούω κάθε πρωί να λαλεί. Προσέχετε υπηρέτες μην πετάξει και σας φύγει. Να τον κλείσετε στην αποθήκη με τον θησαυρό μου και κάθε μέρα να τον ταΐζετε κριθάρι κι ό,τι άλλο θέλει.
Κικιρίκουουου άκουγε ο βασιλιάς κι όλο το παλάτι τον χορτάτο κόκορα κάθε πρωί να λαλεί, μα σαν περάσανε λίγες ακόμα μέρες ο κόκορας, που έβλεπε την αποθήκη με το θησαυρό του βασιλιά σαν φυλακή, άρχισε να στεναχωριέται.
– Αχ, πώς να φύγω; Τι να κάνω; Σκέφτηκε – σκέφτηκε και βρήκε τη λύση…
Άρχισε, λοιπόν, να μην τρώει και τη νύχτα κατάπινε φλουριά από το θησαυρό του βασιλιά και μετά έπεσε στο πάτωμα και έκανε τον ψόφιο…
– Αχ, πέθανε ο κόκορας, είπε λυπημένος ο βασιλιάς, δε θα με ξυπνά πια με τη γλυκιά φωνή του. Πάρτε τον και πετάξτε τον έξω από το περιβόλι, να μην τον βλέπω.
Οι υπηρέτες πετάξανε τον κόκορα που παρίστανε τόση ώρα τον ψόφιο, έξω από το περιβόλι και φύγανε. Εκείνος τότε, άπλωσε τα φτερά του και όπου φύγει – φύγει…
– Κικιρίκουουου…
Με το που ακούει το λάλημα του κόκορα, πετάγεται έξω από το καλυβάκι του ο γερο-χωριάτης και,
– Γύρισες κόκορα μου; Κόντεψα να πεθάνω από τη λύπη μου, νόμιζα πως πέθανες στα χιονισμένα βουνά. Έλα πεινάς; Έχω λίγο ψωμάκι.
– Κικιρίκουουου, γέρο – φίλε και αδελφέ μου, κρέμασέ με ανάποδα με το κεφάλι κάτω, από ένα σκοινί και τίναξέ με μ’ ένα ραβδί, γρήγορα μην αργείς.
Ο γέρος έκανε ό,τι του ζήτησε ο κόκορας και τα ‘χασε τα μυαλά του όταν είδε πως με κάθε ραβδιά ο κόκορας γεννούσε κι από ένα φλουρί…
Κικιρίκουουου… Κάθε πρωί που λαλούσε ο κόκορας ξυπνούσε όλο το χωριό με την ωραία του φωνή και γεννούσε κι ένα χρυσό φλουρί!
Μια μέρα έρχεται και η γριά με την κότα της, στο καλύβι του γέρου.
– Ε, γέρο. Η κότα μου γεννά αυγά, δεν γεννά χρυσά φλουριά σαν τον κόκορα σου. Δώσε μου και μένα φλουριά ή πες μου το μυστικό να γεννά κι η κότα μου φλουριά.
– Θυμάσαι γριά που όταν πεινούσα σου ζητούσα αυγά και δεν μου έδινες; Αν μου είχες δώσει, τότε, τώρα και εγώ θα σου έδινα φλουριά. Φύγε.
– Αχ, κότα μου, κοτούλα μου, μουρμουρίζει η γριά γυρίζοντας στο καλύβι της. Εσένα, μοναχιά σου, έπρεπε να στείλω στον κόκορα να σου πει το μυστικό. Από καιρό είχα καταλάβει πως είναι ερωτοχτυπημένος μαζί σου.
– Κικιρίκουουου…
– Κο, κο, κο, απαντά η κότα, το άλλο πρωί που ήρθε να τον βρει. Πες μου καλέ μου κόκορα πώς να γεννώ και γω χρυσά φλουριά.
– Αν θέλεις κυρά κότα να γεννάς φλουριά, όπως και γω, πρέπει να τρως όλο φίδια. Ύστερα να πας στην κυρά σου και να της πεις να σε ραβδίσει.
Αμέσως η άπληστη κότα έτρεξε στο δάσος και βρήκε φίδια. Τα έφαγε, γύρισε στο κοτέτσι της και είπε στη γριά:
– Κρέμασέ με γριά μου από τα πόδια, με το κεφάλι προς τα κάτω και πάρε ένα ραβδί να με τινάξεις.
Όταν η γριά άρχισε να ραβδίζει την κότα, αμέσως πετάχτηκαν τα φίδια από το στόμα της και δάγκωσαν την καημένη τη γριά…
(Σκίτσα: Ρία Γαΐλα / εικαστικός)
Πανάρχαιο ειδωλολατρικό έθιμο, είναι αυτό της σφαγής κόκορα (ο καημένος), στα θεμέλια νεόκτιστων οικοδομών το οποίο διατηρήθηκε και στο Βυζάντιο. Έφτασε δε μέχρι τις μέρες μας όπως και το έθιμο του Πρωτοχρονιάτικου πιάτου με κόκορα, το οποίο ήταν και αυτό έθιμο ειδωλολατρικό. Πιθανόν το πιάτο του κόκορα να ήταν το εορταστικό γεύμα των ειδωλολατρών στις γιορτές του Ήλιου (εορτές γύρω στα δικά μας κατοπινά Χριστούγεννα).
Ακολουθούν τρεις πολύ παλιές παραδοσιακές συνταγές με κόκορα τις οποίες παρεχώρησαν αντιστοίχως τρεις κυρίες πιστές της ελληνικής παράδοσης, του εθίμου που πέρασε από τους ειδωλολάτρες στο Χριστιανισμό, το πιάτο της Πρωτοχρονιάς να είναι κόκορας (ο καημένος).
Έθιμο, λοιπόν, χαμένο στα βάθη των αιώνων, Κόκορας ως κύριο πιάτο για το γεύμα της Πρωτοχρονιάς, επιλέξτε μια από τις προτεινόμενες συνταγές προς… τιμήν του εθίμου και της λαϊκής μας παράδοσης
1η Συνταγή
Κόκορας κοκκινιστός

ΥΛΙΚΑ
- 1 κόκορας 1½ περίπου κιλό κομμένος σε μερίδες
- 1 κρεμμύδι μεγάλο ψιλοκομμένο
- 500 γρ. ντομάτες ώριμες τριμμένες
- 1 κλαδάκι φασκομηλιά (προαιρετικά)
- 1 κουταλιά κοφτή μέλι
- 1 ποτήρι κρασί άσπρο αρετσίνωτο
- ½ φλιτζανιού λάδι
- Αλάτι
- Πιπέρι
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
- Πλένουμε και κόβουμε τον κόκορα, τον βάζουμε σε κατσαρόλα, προσθέτουμε το λάδι, το κρεμμύδι και σοτάρουμε μέχρι να ροδίσουν ελαφρά.
- Σβήνουμε με το κρασί, ρίχνουμε τη ντομάτα, ανακατεύουμε να ενωθούν τα υλικά και χαμηλώνουμε τη φωτιά.
- Προσθέτουμε το φασκόμηλο, το αλάτι, το πιπέρι, το μέλι και το μισοσκεπάζουμε με νερό.
- Αφήνουμε να βράσουν σε χαμηλή φωτιά για ½ ώρα περίπου μέχρι να γίνει και να δέσει η σάλτσα.
- Αν χρειαστεί προσθέτουμε νερό.
- Σερβίρεται με πιλάφι, ζυμαρικά, πατάτες τηγανητές ή πουρέ.
κ. Κωνσταντίνα Τσαφαρά (Λογοτέχνιδα, Ικαρία)
2η Συνταγή
Κόκορας κοκκινιστός με φλομάρια
(από τα πλέον παραδοσιακά πιάτα της Λήμνου!)

ΥΛΙΚΑ
- 1 κόκορας κομμένος σε κομμάτια
- 4 φλιτζάνια φλομάρια (χυλοπίτες)
- 4-5 ντομάτες
- 2 φύλλα δάφνης
- 2 κρεμμύδια ψιλοκομμένα
- 3 σκελίδες σκόρδο ψιλοκομμένο
- 1 φλιτζάνι λάδι ελιάς
- 1 ποτηράκι κρασί
- ½ κουταλάκι ζάχαρη
- Ρίγανη
- Αλάτι
- Πιπέρι
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
- Πλένουμε τα κομμάτια του κόκορα και τα αφήνουμε να στεγνώσουν πάνω σε απορροφητικό χαρτί κουζίνας.
- Ζεματάμε τις ντομάτες σε ένα μπολ με βραστό νερό, τις ξεφλουδίζουμε και τις τρίβουμε στον τρίφτη.
- Ζεσταίνουμε σε ένα μεγάλο τηγάνι τα ¾ από το λάδι και σοτάρουμε τα κρεμμύδια, έως ότου χρυσίσουν. Προσθέτουμε τα κομμάτια του κόκορα και τα σοτάρουμε από όλες τις πλευρές για 4 λεπτά. Σβήνουμε με το κρασί και αφήνουμε για περίπου 4-5 λεπτά, ώστε να εξατμισθεί το αλκοόλ. Κατόπιν, προσθέτουμε τις ντομάτες, τη ζάχαρη, το σκόρδο, τη δάφνη, τη ρίγανη, αλάτι, πιπέρι και 3 φλιτζάνια ζεστό νερό.
- Ανακατεύουμε και αφήνουμε να βράσουν σε χαμηλή φωτιά για περίπου 45 λεπτά, φροντίζοντας να προσθέτουμε, αν χρειαστεί, λίγο ζεστό νερό ακόμα.
- Εν τω μεταξύ, σε μια άλλη κατσαρόλα ζεσταίνουμε 5 φλιτζάνια νερό μαζί με το υπόλοιπο λάδι και βράζουμε τα φλομάρια, έως ότου μαλακώσουν. Όταν βράσουν, τα σουρώνουμε και τα βάζουμε πάλι στην κατσαρόλα
- Σερβίρουμε τα φλομάρια με τα κομμάτια του κόκορα και τη σάλτσα του.
Σημείωση: Μπορούμε εάν θέλουμε, να βράσουμε τα φλομάρια μαζί με τον κόκορα, προσθέτοντάς τα ένα τέταρτο πριν κατεβάσουμε την κατσαρόλα από τη φωτιά.
Τα φλομάρια είναι οι παραδοσιακές χυλοπίτες της Λήμνου, που φτιάχνονται από το ντόπιο σκληρό σιτάρι του νησιού, από το οποίο βγαίνει ένα κιτρινωπό κολλώδες αλεύρι. Τα φλομάρια φτιάχνονται σε δύο σχήματα: είτε σε πολύ λεπτό σχήμα που θυμίζει σπάγκο είτε επίπεδα και στενά, όπως περίπου τα ιταλικά λινγκουίνι. Αφήνονται να στεγνώσουν και φυλάσσονται μέσα σε βαμβακερές υφασμάτινες σακούλες, όπως και τα περισσότερα σπιτικά ζυμαρικά στην Ελλάδα.
κ. Δώρα Καραμιχαλάκου (Κοιν. Λειτουργός, Λήμνος)
Συνταγή 3
Κόκορας με κόκκινο κρασί και αμύγδαλα

ΥΛΙΚΑ
- 1 κόκορας 1½-2 κιλά
- 1 φλιτζάνι τσαγιού ελαιόλαδο
- 1 μεγάλο κρεμμύδι
- 4-5 σκελίδες σκόρδο
- 1 ποτήρι κόκκινο κρασί
- 2 κουτιά χυμό ντομάτας
- 1 ξυλαράκι κανέλλα
- 250 γραμμ. Αμύγδαλα
- Αλάτι
- Πιπέρι
- Μια πρέζα ζάχαρη
- ½ κιλό μακαρόνια χοντρά
ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Πλένετε πολύ καλά τον κόκορα και τον κόβετε σε μερίδες. Βάζετε το λάδι σε μια κατσαρόλα και την τοποθετείτε πάνω σε μέτρια φωτιά. Τσιγαρίζετε τις μερίδες του κόκορα μέχρι να ροδίσουν ελαφρά και από τις δύο πλευρές. Ρίχνετε το κρεμμύδι και το σκόρδο χοντροκομμένα και τα’ αφήνετε να ροδίσουν. Σβήνετε με το κρασί, προσθέτετε το χυμό ντομάτας, τη ζάχαρη, το πιπέρι και όσο νερό χρειάζεται μέχρι να σκεπαστεί καλά το κρέας. Σκεπάζετε την κατσαρόλα και αφήνετε το φαγητό πάνω σε μέτρια φωτιά μέχρι να βράσει ο κόκορας. Λίγο πριν το τέλος, προσθέτετε το αλάτι και την κανέλλα. Κατεβάζετε την κατσαρόλα από τη φωτιά και προσθέτετε τα αμύγδαλα. Τα μισά να είναι ολόκληρα και τα άλλα μισά κοπανισμένα με το γουδί. Σε άλλη κατσαρόλα βράζετε τα μακαρόνια, τα σουρώνετε και τα ανακατεύετε με την σάλτσα του κόκορα. Σερβίρετε σε μερίδες.
Έλλη Περδίκη (Εκπαιδευτικός, Φάρσαλα)
…Κουκουρίκουουου…
Το «σήμα κατατεθέν», του πρωινού ξυπνήματος αιώνες των αιώνων για τους ανθρώπους ακόμη και τώρα, κάτι σαν ρολόι-ξυπνητήρι. Είναι όμως ο κόκορας, το πτηνό που ξυπνάει πρώτο για να μας… ξυπνήσει;
Όχι! Το πουλί που αρχίζει πρώτο το κελάδημα στις 1 και μισή (!) είναι ο φλώρος. Στις 2 τα χαράματα ξυπνά και αρχίζει το τραγούδι ο σπίνος και το πανέμορφο αηδόνι στις 3 και μισή με τέσσερις το πρωί, ενώ ο τεμπελάκος κορυδαλλός περιμένει να βγει πρώτα ο ήλιος για να αρχίσει το τραγούδι του. (Αυτός είναι που ξυπνάει μαζί με τον κόκορα).
Πηγές: Πάπυρος Larousse Britannica
Περιοδικό Θεατής (τ.41)
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ